Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „umgucken“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

um|gucken VERB αυτοπ ρήμα sich umgucken οικ

1. umgucken (nach hinten sehen):

sich umgucken

Παραδειγματικές φράσεις με umgucken

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Man müsse sich lediglich anderswo umgucken, um das zu sehen.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"umgucken" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский