Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Wegnahmerecht“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Wegnahmerecht <-(e)s, -e> SUBST ουδ ΝΟΜ

Wegnahmerecht

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Hinsichtlich mit der Sache verbundener anderer Sachen gesteht dem Besitzer ein Wegnahmerecht zu.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Wegnahmerecht" σε άλλες γλώσσες

"Wegnahmerecht" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский